- ἡμερησίου
- ἡμερήσιοςof the daymasc/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φωτοστοιχειοθεσία — Η στοιχειοθεσία (σύνθεση) κειμένου με τη βοήθεια κλαβιέ και η αποτύπωσή του πάνω σε φωτοευπαθές χαρτί ή φιλμ. Η φ. είναι νέα μέθοδος στοιχειοθεσίας που δημιουργήθηκε από μια ανάγκη: να εξυπηρετήσει τη γρήγορη εξάπλωση της λιθογραφίας. Τον… … Dictionary of Greek
οπλονόμος — ο υπαξιωματικός τού πολεμικού ναυτικού επιφορτισμένος με τη διοίκηση τών ναυτοδιόπων και τών κατώτερων υπαξιωματικών ενός πλοίου ή μιας ναυτικής υπηρεσίας και ειδικότερα με την τήρηση τής εσωτερικής λειτουργίας, τού ημερήσιου προγράμματος, τής… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Τύπος — ΣΥΝΤΟΜΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ Πριν και κατά τη διάρκεια της Eπανάστασης του 1821 Η γέννηση του ελληνικού Τύπου συντελέστηκε ουσιαστικά στα τέλη του 18ου αιώνα στις περιοχές της ελληνικής διασποράς. Η οικονομική ευρωστία της… … Dictionary of Greek
Λαμπρίας, Παναγιώτης — (Αθήνα 1926 – 2001). Πολιτικός, νομικός και δημοσιογράφος. Σπούδασε στη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε αρκετές εφημερίδες –Εμπρός, Εστία, Ώρα– και διηύθυνε την εφημερίδα Μεσημβρινή κατά τις περιόδους 1961 67… … Dictionary of Greek
Νόιμαν, Στάνισλαφ Κόστκα — (Stanislaw Kostka Neumann, Πράγα 1875 – 1947). Τσέχος ποιητής. Το 1893 πήρε μέρος σε μια αντιαυστριακή συνωμοσία και καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους. Βουλευτής αργότερα του εθνικού σοσιαλιστικού κόμματος, είχε τη διεύθυνση για ένα διάστημα… … Dictionary of Greek